Ο Σύλλογος Παλαίμαχων Αθλητών -Πρωταθλητών του Παναθηναϊκού Αθλητικού Όμίλου εκφράζει τα βαθιά του συλλυπητήρια για τον θάνατο του 39χρονου πυγμάχου του Συλλόγου μας Τάσου Μπερδέση στην οικογένεια και τους οικείους του.
Ο Τάσος Μπερδέσης άφησε τη σφραγίδα του στο τμήμα πυγμαχίας του Συλλόγου.
Δύο φορές πρωταθλητής Ελλάδας στα 81 κιλά το 2007 και το 2011.
Διεθνής αθλητής με αρκετές συμμετοχές σε διεθνείς αγώνες με το τριφύλλι .
1926 – Θανάσης Βέγγος: Ο Θανάσης Βέγγος ήταν Έλληνας κωμικός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Είχε παίξει σε 126 ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και είχε σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) ακόμη 7 ταινίες. Θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ μέχρι και το τέλος της ζωής του συνέχιζε να εμφανίζεται σε ταινίες, στην τηλεόραση και το θέατρο. Ήταν γνωστός και ως ο «Καλός μας άνθρωπος». Όλη του η ζωή και η καριέρα είναι εδώ:
Ο Θανάσης Βέγγος είναι από τα πιο εμβληματικά πρόσωπα του Ελληνικού κινηματογράφου. Τέτοια φιγούρα σπάνια εμφανίζεται στον καλλιτεχνικό χώρο. Χωρίς να έχει σπουδάσει υποκριτική κατάφερε πολύ σημαντικά πράγματα, με κυριότερο να συγκινήσει, όχι ένα, αλλά δύο ειδών κοινά. Οι μισοί τον γούσταραν για τον χαβαλέ, τις ατάκες και τους μορφασμούς του και οι άλλοι μισοί για την ενσάρκωση του βασανισμένου νεοέλληνα.
Ο Βέγγος έχει μάλλον την πιο περίεργη καριέρα από οποιονδήποτε άλλο Έλληνα ηθοποιό. Μια καριέρα που ξεκίνησε αλλιώς, συνέχισε αλλιώς και κατέληξε αλλιώς. Συν ότι έχει – κατά την γνώμη μου – και κάποια παγκόσμια ρεκόρ.
Δεν υπάρχει άλλος ηθοποιός στον κόσμο με τόσες πολλές ταινίες που στον τίτλο τους να έχουν το όνομα του. Είτε ως Θανάσης, ή ως Βέγγος, ή ως Θου.Βου, έχει τις περισσότερες. Ίσως να είναι ο μοναδικός.
Νομίζω δεν υπάρχει άλλος ηθοποιός στον κόσμο που να γύριζε τόσες πολλές ταινίες κάθε χρόνο. Για να καταλάβετε το 1961 έκανε 17 ταινίες – σαν να λέμε μιάμιση ταινία τον μήνα. Το 1962 έκανε 12, το 1959 και το 1960 έκανε από 11, το 1958 έκανε 9 κτλ. κτλ.
Όσο για την “αλλοπρόσαλη” καριέρα που είπα πιο πάνω, εννοώ πως ξεκίνησε με μεγάλους σκηνοθέτες σε ταινίες του νέο-ελληνικού ρεαλισμού (Κούνδουρος, Κακογιάννης, Ζιλ Ντασέν κ.α.), έκανε κομεντί και κωμωδίες σε δεύτερους ρόλους με όλα τα μεγάλα ονόματα (Βουγιουκλάκη, Καρέζη, Λάσκαρη, Κωνσταντάρα κ.α.), μετά έφτιαξε δική του εταιρία παραγωγής και έπεσε με τα μούτρα στις φαρσοκωμωδίες – που κάποιοι τις θεωρούν χοντροκοπιές, και προς το τέλος ξαναγύρισε στις «ψαγμένες» ταινίες και στους μεγάλους σκηνοθέτες (Κατσουρίδης, Βούλγαρης, Αγγελόπουλος κ.α.).
Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, 29 Μαϊου 1927 και πέθανε 3 Μαϊου 2011. Έχει παίξει σε 126 ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και έχει σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) ακόμη επτά ταινίες. Θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου.
Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, συγκεκριμένα εργαζόταν στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού, και ήρωας της αντίστασης. Μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από τη δουλειά του εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Η απόλυση του πατέρα του προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην οικογένεια του Θανάση, κάτι που τον ανάγκασε να ριχτεί στον αγώνα για το μεροκάματο. Κυριότερη, μεταξύ των επαγγελμάτων με τα οποία ασχολήθηκε, ήταν η απασχόλησή του σε επεξεργασίες δερμάτων. Παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά. Μια απο τις πρώτες του φίλες – την οποία μετέπειτα γνώρισε στον Νίκο Κούνδουρο- ήταν η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου.
Τα χρόνια 1948-1950 υπηρέτησε τη θητεία του ως “ανεπιθύμητος” στρατιώτης στη Μακρόνησο, όπου γνωρίστηκε με τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο. Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία του Κούνδουρου, “Μαγική Πόλη” (φωτογραφία επάνω με τον Φούντα). Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους, εργαζόμενος παράλληλα και ως φροντιστής στα κινηματογραφικά πλατό. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως “Κυριακάτικο ξύπνημα”, “Ο δράκος”, “Διακοπές στην Αίγινα”, “Μανταλένα”, “Ο Ηλίας του 16ου”, μέχρι και στο “Ποτέ την Κυριακή” του Ζιλ Ντασέν με την Μελίνα, είχε ένα ρολάκι.
Καριέρα Νο2
Οι παραγωγοί και οι σκηνοθέτες του λεγόμενου εμπορικού κινηματογράφου, θεώρησαν τον Βέγγο πολύ χρήσιμο “εργαλείο”, κατάλαβαν ότι άρεσε στο κοινό και τον έβαλαν σε δευτερεύοντες ή τριτεύοντες ρόλους, σε μεγάλες παραγωγές, δίπλα στην Αλίκη, την Καρέζη, την Λάσκαρη, τον Χατζηχρήστο, τον Κωνσταντάρα, τον Ηλιόπουλο κ.α. Σ’ αυτήν την περίοδο άρχισε το όνομα του να μπαίνει στις αφίσες και τις προθήκες των κινηματογράφων. (Στην αφίσα επάνω, τον βλέπετε δεύτερο, πάνω απο τον Ηλιόπουλο, τον Παντελή Ζερβό και τον Στέφανο Στρατηγό).
Καριέρα Νο3
Τα επόμενα χρόνια, συνεργαζόμενος κυρίως με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη, αναπτύσσει τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου τύπου, που τον καθιέρωσε και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής και στην νεολαία – που κάνει ατέλειωτο χαβαλέ με τους μορφασμούς και τις ατάκες του. Το 1964 ίδρυσε τη δική του εταιρεία παραγωγής ΘΒ-Ταινίες Γέλιου. Όμως για ένα περίεργο λόγο, παρά την εμπορική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρεία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή.
Καριέρα Νο4
Η επιστροφή του στον κινηματογράφο γίνεται το 1991 με την ταινία “Ήσυχες μέρες του Αυγούστου” του Παντελή Βούλγαρη. Ξεχάστε τον Βέγγο που ξέρατε. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων αλλά μεγάλης εκφραστικότητας, με κορυφαίες στιγμές τους ρόλους του στις ταινίες “Το βλέμμα του Οδυσσέα” (Θόδωρος Αγγελόπουλος 1997) και “Όλα είναι δρόμος” (Παντελής Βούλγαρης 1998). Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, το 1997, στον ρόλο του Δικαιόπολη στους “Αχαρνής” και το 2001 στην “Ειρήνη” του Αριστοφάνη με μεγάλη επιτυχία. Το 2002, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, ο Θανάσης Βέγγος κράτησε έναν από τους βασικούς ρόλους στην τηλεοπτική σειρά “Περί ανέμων και υδάτων”. Έπίσης έπαιξε ένα μικρό ρόλο σε μια ακόμα ταινία του Βούλγαρη, το “Ψυχή Βαθιά” και η τελευταία κινηματογραφική του συμμετοχή ήταν στην ταινία “Το πέταγμα του κύκνου” που προβλήθηκε το 2010.
Προσωπική ζωή
Το 1956 παντρεύτηκε την Μίνα (Ασημίνα), με την οποία ήταν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του (φωτογραφία επάνω). Απέκτησαν μαζί δύο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. Οι γιοι του τού έδωσαν εγγόνια τα οποία υπεραγαπούσε. Είχε τέτοια λατρεία για τα δύο του εγγόνα που τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας, τα οποία όμως με την πάροδο των ετών έγιναν μεγαλύτερα και τον Δεκέμβριο του 2010 τον έφεραν στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου, όπου και απεβίωσε στις 3 Μαϊου 2011, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του. Η νεκρώσιμος ακολουθία πραγματοποιήθηκε στις 4 Μαϊου, και η ταφή έγινε στην Αμοργό, τόπο καταγωγής της μητέρας του και της γιαγιάς του.
Ότι κι’ αν έκανε, γινόταν επιτυχία. Μέχρι και οι διαφημίσεις που είχε κάνει κουβεντιάζονταν από τον κόσμο. Και μην ξεχνάμε ότι είναι ίσως ο μοναδικός Έλληνας ηθοποιός για τον οποίο έχουν γίνει 2 ταινίες ντοκιμαντέρ. Ο ίδιος έλεγε: “Εγώ είμαι άνθρωπος του Κινηματογράφου. Τα πλησιάσματά μου στο θέατρο είναι πολύ διακριτικά.”
“Ευτυχία είναι ένα ζευγάρι χέρια, δύο χέρια σφιχτά δεμένα. Αυτά που θα σε αγκαλιάσουν, θα σε κρατήσουν, θα σε κοιμίσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια.”
ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΕΓΓΟΣ
Με τον Θόδωρο Aγγελόπουλο στα γυρίσματα της ταινίας “Το βλέμμα του Οδυσσέα”, στην οποία πρωταγωνιστούσε ο HarveyKeitel. Ο Αγγελόπουλος έχει πει: “Δουλεύοντας με 20ο κελσίου υπό το μηδέν, κατάφερα και πήρα αυτό που εγώ θεωρώ το καλύτερο που μπορούσα να πάρω από τον Bέγγο.”
Το “Ήσυχες μέρες του Αυγούστου” είναι σπονδυλωτή ταινία του 1991, σε σενάριο και σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη. Πρωταγωνιστούν οι: Αλέκα Παϊζη, Θανάσης Βέγγος, Θέμις Μπαζάκα κ.α. Τη μουσική έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις.
Το “Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση” είναι ελληνική, σατιρική, δραματική, κωμική κινηματογραφική ταινία του 1971 σε σκηνοθεσία και παραγωγή Ντίνου Κατσουρίδη.Η ταινία τιμήθηκε με 3 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1971 (καλλιτεχνικής ταινίας, σεναρίου και α’ ανδρικού ρόλου- στον Θανάση Βέγγο).
Και η φιγούρα του Βέγγου από την ταινία “Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση”, είναι τόσο κλασσική, που στις μέρες μας έγινε και graffiti.
“Ξέρεις Από Βέσπα”, η θρυλική ατάκα από την ταινία, “Τρελός Παλαβός και Βέγγος” (1968) – και χωρίς να οδηγεί βέσπα… χαχαχαχαχα
Με την Αλίκη και δεξιά με τον Ηλιόπουλο
Με τον Κωνσταντάρα και δεξιά με την Καρέζη
Με την Καρέζη στην ταινία “Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ” (1961) και το όνομα του μπήκε δεύτερο. Πάνω απο του Φέρτη!
Ο Παναθηναϊκός εξαπέλυσε σκληρή επίθεση κατά των Λευτέρη Αυγενάκη και Μιχάλη Χρυσοχοΐδη με αφορμή τα όσα κάνουν για να ματαιώσουν τις εκλογές της ΕΟΚ.
«Σκληρή» ανακοίνωση από τους Κυπελλούχους Ελλάδας, με αφορμή όσα συμβαίνουν στις εκλογές της ΕΟΚ τις τελευταίες ημέρες.
Οι «πράσινοι» υπογραμμίζουν πως ο Λευτέρης Αυγενάκης καταπάτησε το Σύνταγμα και τονίζουν συγκεκριμένα για τον Υφυπουργό Αθλητισμού: «Αφού καταπάτησε το Σύνταγμα, έβαλε μπροστά τον πιο αποτυχημένο Υπουργό της Κυβέρνησης, τον Μιχάλη Χρυσοχοϊδη να προσπαθήσει να εμποδίσει την ύψιστη δημοκρατική διαδικασία, αυτή των εκλογών».
Στη συνέχεια, αναφέρουν με νόημα: «Αλήθεια κύριε Χρυσοχοϊδη: Τί έγινε με το στοίχημά σας να πιάσετε τους δολοφόνους του Καραϊβάζ και της Καρολαϊν; Το χάσατε και είπατε να ασχοληθείτε με τα στοιχήματα του Αυγενάκη και της παρέας του;» και καταλήγουν στην επίσημη τοποθέτησή τους:
«Ο Παναθηναϊκός δεν θα επιτρέψει στους Αυγενάκη, Χρυσοχοϊδη να βάλουν στο γύψο το ελληνικό μπάσκετ. Το ελληνικό μπάσκετ θα νικήσει. Η Δημοκρατία θα νικήσει. Με κάθε νόμιμο και δημοκρατικό τρόπο».
Η Ανακοίνωση ΚΑΕ Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ
Ο μεγαλύτερος ελληνικός Σύλλογος καλαθοσφαίρισης δεν μπορεί και δεν πρέπει να μείνει αμέτοχος σε όλα όσα τραγελαφικά συμβαίνουν στο χώρο του μπάσκετ.
Ο Υφυπουργός Αθλητισμού, ο οποίος ουδεμία σχέση με τις αξίες της Κρήτης έχει, αφού έφαγε τα μούτρα του σε όλες τις προσπάθειες χειραγώγησης των λοιπών ομοσπονδιών, έθεσε σαν τον ύψιστο αγώνα του την Ομοσπονδία με τις μεγαλύτερες επιτυχίες για την Ελλάδα, αυτή του μπάσκετ.
Αφού καταπάτησε το Σύνταγμα, έβαλε μπροστά τον πιο αποτυχημένο Υπουργό της Κυβέρνησης, τον Μιχάλη Χρυσοχοϊδη να προσπαθήσει να εμποδίσει την ύψιστη δημοκρατική διαδικασία, αυτή των εκλογών.
Η δικαιολογία του κ. Χρυσοχοϊδη ήταν ο φόβος για πρόκληση… επεισοδίων με ευφάνταστα σενάρια και κατασκευασμένες πληροφορίες του ίδιου του Αυγενάκη. Αυγενάκης κερνάει, Χρυσοχοϊδης πίνει.
Ο Χρυσοχοϊδης, αντί να κοιτάξει την Ελλάδα που έχει γίνει η χαρά του κάθε εγκληματία με εισβολές στα σπίτια μας και δημόσιους αυνανισμούς σε κάθε στάση λεωφορείου, ασχολείται με τις ονειρώξεις του Αυγενάκη και της επιχειρηματικής του παρέας από την Πάτρα και την Θεσσαλονίκη.
Αλήθεια κύριε Χρυσοχοϊδη: Τί έγινε με το στοίχημά σας να πιάσετε τους δολοφόνους του Καραϊβάζ και της Καρολαϊν;
Το χάσατε και είπατε να ασχοληθείτε με τα στοιχήματα του Αυγενάκη και της παρέας του;
Ο Παναθηναϊκός δεν θα επιτρέψει στους Αυγενάκη, Χρυσοχοϊδη να βάλουν στο γύψο το ελληνικό μπάσκετ.
Το ελληνικό μπάσκετ θα νικήσει. Η Δημοκρατία θα νικήσει.
O μεγαλύτερος τερματοφύλακας στην Ιστορία του Παναθηναϊκού, Τάκης Οικονομόπουλος, μίλησε στο «ΦΩΣ» για όλους και για όλα! Άκρως αποκαλυπτικός και “ντόμπρος” αναφέρθηκε στην κατάντια της ομάδας τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα, μίλησε για την πορεία του στο Τριφύλλι που υπηρέτησε σχεδόν μισό αιώνα.
Διαβάστε αναλυτικά την συνέντευξη του:
Πόσο ύψος είχατε;
1,86 μ.
Ψηλός για την εποχή.
Ε, βέβαια. Ήμουν ο πιο ψηλός. Και ήμουν πολύ γυμνασμένος.
Ποιο θεωρείτε το μεγαλύτερο ατού που είχατε;
Το ότι ήμουν πολύ προπονημένος.
Από ποιον;
Είχα τον ξάδερφό μου που ήταν τερματοφύλακας στον Φωστήρα. Αυτός ήξερε τα πάντα. Είχαμε μεγάλη διαφορά ηλικίας και με προπονούσε από 5 χρόνων.
Πόσα χρόνια παίξατε στον Παναθηναϊκό;
13 χρόνια. Ζήσαμε πέντε κατακτήσεις πρωταθλημάτων και τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο «Γουέμπλεϊ». Πήραμε και το ευρωπαϊκό με την Εθνική Ενόπλων.
Ξένη ομάδα σάς είχε ζητήσει ποτέ;
Η Ρεάλ Μαδρίτης.
Πότε;
Δύο φορές. Αλλά και στις δύο φορές υπήρχε η χούντα… Δεν άφηνε η χούντα. Δεν με έδινε ο Παναθηναϊκός. Μου είχαν πει από τον Παναθηναϊκό ότι έδινε η Ρεάλ 15 εκατομμύρια. Με ζήτησε και το 1967 και το 1971. Εδώ δεν με άφηνε η χούντα να παίξω με την εθνική ομάδα τη χρονιά του «Γουέμπλεϊ» για να μην τραυματιστώ και δεν προχωρήσουμε με τον Παναθηναϊκό στο Κύπελλο Πρωταθλητριών!
Τι ομάδα ήσασταν μικρός;
Παναθηναϊκός. Γεννημένος.
Πού;
Στην Καλλιθέα. Σε γειτονιά όπου κοντά ήταν όλοι οι μεγάλοι παίκτες! Ποδοσφαιρομάνα η Καλλιθέα. Κοντά μου έμενε ο Κοτρίδης, κάθε μέρα ερχόταν από το παντοπωλείο του πατέρα μου και έλεγε «ρε θα έρθεις στον Ολυμπιακό;». Στη γειτονιά κοντά και ο Νεστορίδης. Και ο Βαλιάνος. Και ο Παπουλίδης. Και ο Μπέμπης. Και ο Σούλης. Και ο Ψύχος. Ο Ερμίδης. Ο Σκρέκης. Ξέρεις για τι ονόματα σου μιλάω;
Ξέρω. Πού μένατε;
Κοντά στον σταθμό του ΗΣΑΠ.
Πώς γίνατε Παναθηναϊκός; Από τον πατέρα σας;
Όχι. Ο πατέρας μου ήταν παλαιστής, καμία σχέση με ποδόσφαιρο. Και ο αδελφός μου ήταν πυγμάχος αλλά και σέντερ μπακ στον Φωστήρα. Ο ξάδερφός μου όπως σου είπα ήταν τερματοφύλακας. Αθλητική οικογένεια. Με έπαιρνε ο πατέρας μου μικρό και πηγαίναμε σε αγώνες πάλης! Είχαμε ένα μεγάλο οικόπεδο στο σπίτι και είχε στήσει ένα ρινγκ στην αυλή ο πατέρας μου! Εκεί έκανε προπονήσεις με τον αδελφό μου! Αργότερα εγώ έφερα προβολείς στην αυλή, έριξα και άμμο, έκανα προπονήσεις ως γκολκίπερ. Είχαμε μεγάλη θέληση να φτάσουμε κάπου. Πολλή δουλειά, πολλή προπόνηση.
Πώς γίνατε Παναθηναϊκός δεν μου είπατε.
Ήταν ένα ματς Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός που ασχολούνταν όλοι. Είχα πει ότι θα υποστηρίζω την ομάδα που θα κερδίσει. Νίκησε ο Παναθηναϊκός 2-0 και έγινα Παναθηναϊκός.
Ο Ολυμπιακός πήγε ποτέ να σας πάρει;
Πριν πάω στον Παναθηναϊκό, όταν έπαιξα στην Προοδευτική έναν χρόνο. Ήθελαν οι Προοδευτικάνοι να με δώσουν στον Ολυμπιακό, στον Χρυσαφίδη. Γιατί ο Βουλγαράκης που έκανε κουμάντο στην Προοδευτική ήταν και μέλος του Ολυμπιακού. Όμως με ήθελε και ο Παναθηναϊκός και προτιμούσα να πάω εκεί επειδή ήμουν Παναθηναϊκός. Ο Μηγιάκης με πήρε, ενώ λίγα χρόνια πριν, όταν ήμουν 12 χρόνων, με είχε απορρίψει. Ήμουν αδύνατος και μου είχε πει «να πας να δυναμώσεις και αργότερα ξαναέλα».
Και ποια ήταν η πρώτη σας ομάδα;
Η Αθλητική Ένωση Καλλιθέας. Στα 16 μου.
Πώς πήγατε εκεί; Ποιος σας είδε;
Έπαιζα στην αλάνα και με είδε ο Γαργαρέτας που ο πατέρας του έγινε πρωταθλητής στα 800 μέτρα. Μου λέει «εσύ παίζεις σε καμία ομάδα;». Του είπα «όχι». Μου λέει «θέλεις να έρθεις σε εμάς;». Του λέω «να ρωτήσω τον αδελφό μου», γιατί τον πατέρα μου δεν τόλμαγα να τον ρωτήσω, δεν ήθελε να ακούει για ποδόσφαιρο. Μου λέει ο αδελφός μου «πήγαινε και βλέπουμε». Σε πληροφορώ ότι έκατσα μόνο μισή χρονιά στην Καλλιθέα, κατευθείαν με πήρε ο Απόλλων Αθηνών στα 16 μου με 5.000 δραχμές!
Ο μεγάλος τότε Απόλλων.
Μεγάλη ομάδα. Με τον Γιώργο Καμάρα, τον Αριστείδη Καμάρα. Είχε ένα πόδι ο Γιώργος Καμάρας τρομερό. Σε έβρισκε η μπάλα και σε σκότωνε. Μια μέρα μού κάνει ένα σουτ και, ενώ ήμουν μικρός, του το πιάνω στο «Γ». «Τι είσαι εσύ ρε» μου είπε και από τότε με ήθελε να γυμνάζομαι μαζί του και έγινα το δεξί του χέρι. Δεύτερος στη βαθμολογία ήταν ο Απόλλων, για τέτοια ομάδα μιλάμε. Με έπαιρναν ρεζέρβα στην πρώτη ομάδα, ενώ ήμουν πολύ μικρός! Και πήραμε το πρωτάθλημα στο εφηβικό αήττητοι και φάγαμε μόνο ένα γκολ!
Παίζετε έναν χρόνο στην Προοδευτική και πάτε στον Παναθηναϊκό 20 χρόνων.
Ναι. Μαζί με τον Βασίλη Κωνσταντίνου. Ταυτόχρονα.
Ποιος έπαιζε;
Ο Βουτσαράς στην αρχή. Είχε υπάρξει πολύ καλός τερματοφύλακας, αυτός ήταν το όνομα στον Παναθηναϊκό, ήταν παλιός. Και ο Βόμβας. Ο Βουτσαράς είχε την ατυχία να σκοτωθεί ο Ιωάννου από φάση μαζί του, σε φιλικό ματς με τον Εθνικό. Αυτό τον επηρέασε…
Και πότε αρχίζετε να παίζετε εσείς στον Παναθηναϊκό;
Από την πρώτη χρονιά κιόλας! Ξεκίνησε ο Παναθηναϊκός με εναλλαγές Βουτσαρά και Βόμβα, δεν πήγαιναν καλά. Παίζω το πρώτο μου ματς εγώ με τον Πιερικό μέσα στη Λεωφόρο. Παίζω με τη Νίκη Βόλου. Παίζω με το Αιγάλεω. Παίζω με τον Ολυμπιακό! Παίζω με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα όπου κάνω φοβερό παιχνίδι! Παίζω με τη μεγάλη τότε Δόξα Δράμας μέσα στη λάσπη και ήμουν ο καλύτερος του γηπέδου. Δεν ξαναβγήκα. Παίρνουμε το αήττητο πρωτάθλημα με τον Μπόμπεκ. Και την επόμενη χρονιά, τη δεύτερή μου χρονιά, κάνω το ρεκόρ που κρατάει μέχρι σήμερα. Από το 1965.
Πόσα λεπτά ακριβώς δεν δεχτήκατε γκολ;
Πάνω από 1.100 λεπτά. Όχι 1.086 που λένε. Είναι πολύ δύσκολο να ξαναγίνει αυτό. Και μετρήσανε μόνο αγώνες πρωταθλήματος, όχι και τους αγώνες του Κυπέλλου όπου και εκεί δεν είχα δεχτεί γκολ. Αλλά και έτσι όπως το έχουν μετρήσει και έχει καθιερωθεί, παραμένει ένα ρεκόρ που δεν έχει σπάσει από το 1965.
Μαζί με εσάς ποιους άλλους τερματοφύλακες θεωρείτε κορυφαίους στην Ιστορία του Παναθηναϊκού;
Τον Βουτσαρά και τον Βάντσικ. Και τον Βασίλη Κωνσταντίνου. Τον Βάντσικ τον προπονούσα πολλά χρόνια, ήταν φιλότιμος, δουλευταράς. Ήμουν προπονητής τερματοφυλάκων στον Παναθηναϊκό από το 1979 έως το 2006! 27 χρόνια! Ήμουν στον Παναθηναϊκό από το 1963 ως τερματοφύλακας 20 χρόνων και σταμάτησα το 2006 ως προπονητής τερματοφυλάκων, σχεδόν μισό αιώνα! Γι’ αυτό πονάω με αυτά που βλέπω τώρα…
Με την κατάντια. Είναι κατάντια;
Ναι, είναι κατάντημα. Παλέψαμε, μοχθήσαμε δεκαετίες να κάνουμε τον Παναθηναϊκό μεγάλο και κοιτάξτε πώς έχει γίνει… Να παίζει τρεις φορές με τα Γιάννινα σε λίγες μέρες και να χάνει και τις τρεις.
Όχι μόνο πια δεν είναι ισότιμος του Ολυμπιακού, αλλά τον έχουν ξεπεράσει και ο ΠΑΟΚ με την ΑΕΚ τα τελευταία χρόνια.
Αυτή είναι η αλήθεια. Είναι αδιανόητο αυτό που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια. Ποτέ στην Ιστορία δεν είχε γίνει αυτό. Ο Παναθηναϊκός να είναι σταθερά κάτω από τον Ολυμπιακό, τον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ.
Πείτε μου τους τρεις κορυφαίους συμπαίκτες που είχατε ποτέ, κατά τη γνώμη σας, ως παίκτες.
Πώς να σου πω μόνο τρεις; Σέντερ μπακ σαν τον Παπουλίδη δεν υπήρχε άλλος. Ο Σούρπης. Ο Καμάρας. Φυσικά ο Δομάζος και ο Λουκανίδης. Ο Φυλακούρης που ήταν εργαλείο και τρεχαντήρι. Ο Παπαεμμανουήλ. Ο Ελευθεράκης. Ο Καψής. Υπέροχος ο Καψής. Από το Κερατσίνι ήρθε και δούλεψε σαν σκυλί για να εξελιχθεί. Ξέρεις τι κάναμε με τον Καψή;
Πείτε μου, τέτοια θέλω.
Εγώ, ο Καμάρας και ο Καψής πηγαίναμε μετά την προπόνηση του Παναθηναϊκού και κάναμε έξτρα δουλειά στην αίθουσα της πυγμαχίας κάτω από το γήπεδο. Και μετά αφήναμε το κλειδί στο καφενείο απέναντι. Κάναμε ασκήσεις, γυμναστήριο, βάρη, ενδυνάμωση, αλτικότητα. Είχε αθλητές ο Παναθηναϊκός, όχι μόνο παίκτες κλάσης. Και βλέπεις τώρα…
Ποιος από τον σημερινό Παναθηναϊκό θα μπορούσε να χωρέσει στην ομάδα που παίζατε εσείς για πολλά χρόνια;
Κανένας. Ούτε ένας.
Ποιος από τον σημερινό Παναθηναϊκό θα μπορούσε να χωρέσει στην ομάδα του Βαρδινογιάννη στην οποία ήσασταν προπονητής τερματοφυλάκων για πολλά χρόνια;
Ούτε ένας.
Ποιος από τον Παναθηναϊκό του Βαρδινογιάννη θα μπορούσε να παίξει στον Παναθηναϊκό στον οποίο παίζατε εσείς;
Ο Σαραβάκος και ο Βαζέχα. Άκουσέ με. Το πρόβλημα του Παναθηναϊκού είναι το ότι υπάρχουν άσχετοι άνθρωποι με το ελληνικό ποδόσφαιρο και με το μέγεθος του Παναθηναϊκού. Εμείς παίζαμε με σπασμένα πόδια, με βγαλμένες ωμοπλάτες, ξέραμε τις απαιτήσεις, το μέγεθος του συλλόγου, θέλαμε να προσφέρουμε. Τώρα χτυπάνε το δαχτυλάκι και θέλουν να φύγουν. Δεν μπορούν να κουμαντάρουν την ομάδα. Ανανέωση είχαμε κάνει, οκτώ παίκτες είχαν φύγει, νέα παιδιά ήρθαν, ήταν όμως τόσο καλές οι επιλογές από ανθρώπους που ήξεραν το ποδόσφαιρο, που βγήκαμε την πρώτη χρονιά δεύτεροι! Και την επόμενη χρονιά πήραμε το πρωτάθλημα! Είχαμε όμως Λάκη Πετρόπουλο καθοδηγητή που έκανε φοβερή προπόνηση, ήταν και φοβερός στο κοουτσάρισμα.
Και αργότερα με Γκμοχ πάλι ένα τέτοιο πρωτάθλημα είχε πάρει με νέα παιδιά, όταν δεν τον υπολόγιζε κανένας.
Μόνο τα τελευταία χρόνια ο Παναθηναϊκός είναι έτσι, ακίνδυνος.
Έτσι όπως είναι η κατάσταση διοικητικά, πιστεύετε ότι μπορεί να διεκδικήσει πρωτάθλημα τα επόμενα χρόνια;
Όχι.
Ο εγωισμός που είχατε ως προσωπικότητα φαίνεται και από τον τρόπο που φύγατε από τον Παναθηναϊκό. Θα το πείτε;
Έπειτα από 13 χρόνια, σηκώθηκα και πήγα σπίτι μου και δεν έπαιξα πουθενά. Είχα τσατιστεί, είχα πεισμώσει. Γιατί εκείνη τη χρονιά έβαζαν εμένα στα εκτός έδρας και τον Κωνσταντίνου στα εντός. «Να παίξει και ο Βασιλάκης» μου έλεγαν. Για καθίστε, να παίζω εγώ στα δύσκολα, να τρώω όλη την πίεση και να βγαίνει ο άλλος στον αφρό στα εύκολα; Έφυγα. Μετά από λίγο καιρό πάει ο Παναθηναϊκός και τρώει τέσσερα στο Καραϊσκάκη, τρώει έξι από τον Ηρακλή, τρώει τρία στη Βέροια και με παίρνει τηλέφωνο ο Μίμης Δομάζος.
Τι σας είπε;
Μου είπε «σε παρακαλώ έλα γιατί έχουμε γίνει ρεζίλι». Αρνήθηκα. Είχα πεισμώσει. Πήγα στη μεγάλη τότε Παναχαϊκή. Και μετά πήγα να κλείσω την καριέρα μου στον Απόλλωνα. Όπου την τελευταία μου χρονιά έκανα σπουδαία ματς.
Με Θόδωρο Νικολαΐδη στο «ΦΩΣ» μιλούσατε; Μου έχει πει ο Δομάζος ότι του έλεγε «δεν μπορείς, ρε παιδάκι μου, να αρρωστήσεις, να μην παίξεις;».
Ναι, τον γνώριζα τον Θόδωρο Νικολαΐδη. Μια ζωή με ήθελε στον Ολυμπιακό. Και ο Κούδας μού είχε αδυναμία με τον Σαράφη. Και ο Χάιτας, παικτάρα μεγάλη ο Χάιτας, μηχανή ασταμάτητη.
Ποιον αντίπαλο επιθετικό φοβόσασταν πιο πολύ;
Τον άμπαλο! Αυτόν που αλλού θέλει να σουτάρει και αλλού πάει η μπάλα.
Το ίδιο μου είχε πει και ο Χρηστίδης!
Αλήθεια είναι.
Το «πουλί» πώς βγήκε;
Μέχρι τότε με έλεγαν «Γιασίν». Ήταν όμως ένα ματς στη Νέα Φιλαδέλφεια με την ΑΕΚ όπου μείναμε με οκτώ εμείς απέναντι σε έντεκα της ΑΕΚ. Είχε φτάσει το ματς να γίνεται «βομβαρδισμός» στο τέρμα μας και είχα κατεβάσει ρολά. Στο τέλος του ματς μού λέει ο Δομάζος «ρε πουλί ήσουν! Πουλί»! Το άκουσε ένας δημοσιογράφος, το έγραψε και έμεινε από τότε.
Καλύτερος προπονητής που είχατε ποτέ;
Ο Μπόμπεκ. Και μετά ο Λάκης Πετρόπουλος.
Καλύτερο προπονητή που είδατε όταν εσείς προπονούσατε τους τερματοφύλακες στον Παναθηναϊκό;
Ο Όσιμ. Αυτός μου έδινε και το δικαίωμα να επιλέγω τον τερματοφύλακα που θα παίζει βασικός. Και μετά τον Όσιμ, ο Μαρκαριάν ήταν καλός προπονητής. Μπορούσε να σου πάρει ένα ματς από το τίποτα.
Το ματς με τον Ολυμπιακό στη Λεωφόρο το είδατε;
Το είδα. Ό,τι πήγαινε μέσα έγραφε… Αλλά ποιος να διδάξει το παιδί… Δεν φταίει το παιδί. Ποιος να του πει τα μυστικά στο τετ α τετ… Ρώτα τον Σιδέρη τι μου έλεγε για τα τετ α τετ. Τρελαινόταν πώς μπορώ να του πιάνω την μπάλα μέσα από τα πόδια.
Δεν πλακωνόσασταν με αντιπάλους μέσα στο γήπεδο.
Ποτέ, ποτέ.
Το λένε όλοι ότι ήσασταν κύριος. Για δωροδοκία σάς πλησίασε κανείς ποτέ;
Ούτε μία φορά.
Λένε ότι είστε καλός ζωγράφος.
Ναι, ζωγραφίζω, είναι η αγάπη μου. Πάντα όμως ζωγράφιζα, και τότε που έπαιζα! Έπαιρνα τα συμπράγκαλά μου στο δωμάτιο με τον Φυλακούρη και μου έλεγε «πάλι τα ίδια;».