Ο Φαίδων Ματθαίου. |
Του Γιωργου Βαλαβανη Ενας «θρόνος» του ελληνικού μπάσκετ και όχι απλά μια καρέκλα, που έφερε το όνομα του Φαίδωνα Ματθαίου και τον τίτλο του «πατριάρχη», είναι άδειος από το προηγούμενο Σάββατο, όταν και ο «Γόρο», όπως τον αποκαλούσαν, ξύπνησε γύρω στις 9 το πρωί και χωρίς να έχει την παραμικρή ένδειξη αδιαθεσίας, αναχώρησε για τον δικό του «παράδεισο». Αυτόν που έχει πολλές μπασκέτες, στεφάνες, καλάθια, διχτάκια, ταμπλό, μπάλες του μπάσκετ και φυσικά δεκάδες μετάλλια και διακρίσεις που κέρδισε στην 60χρονη καριέρα του, ο Φαίδων Ματθαίου. Ο «πατερούλης» τριών διαφορετικών γενεών παικτών και προπονητών που τον συνόδεψαν με κάθε τιμή στην τελευταία κατοικία του και άπαντες είχαν μια μικρή ή μεγάλη ιστορία να αφηγηθούν από τη συναναστροφή τους με τον «θρύλο» του ελληνικού μπάσκετ. Στον Φαίδωνα Ματθαίου που έφυγε «πλήρης ημερών» στο 87ο έτος της ηλικίας του που συμπλήρωσε στις 12 Ιουλίου δεν ταίριαζαν τα δάκρυα. Για την ανεκτίμητη κληρονομιά της μεταλαμπάδευσης της αγάπης του για το μπάσκετ στους διαδόχους του, αλλά και της εκπαίδευσης του αθλήματος που εξελισσόταν συνεχώς, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα «ευχαριστώ» φαντάζει ως μικρός φόρος τιμής στον άνθρωπο που έγινε σύμβολο του ελληνικού μπάσκετ για περισσότερα από 40 χρόνια. Στο βιβλίο του «Εξήντα χρόνια στο ελληνικό μπάσκετ», υπό την επιμέλεια του συναδέλφου Λ. Παπαϊωάννου, ο Φαίδων Ματθαίου ξεδιπλώνει τις πάμπολλες αναμνήσεις του από τα γήπεδα του μπάσκετ. Ας αφήσουμε τον ίδιο να μας διηγηθεί μερικές χαρακτηριστικές στιγμές της πολυποίκιλης ζωής του στο μπάσκετ που υπηρέτησε, αλλά και δοξάστηκε, σχεδόν, όσο κανείς άλλος μέχρι σήμερα. «Μου... είπαν ότι γεννήθηκα στις 12 Ιουλίου 1924 στη Θεσσαλονίκη. Σε ηλικία οκτώ ετών προσβλήθηκα από βαριά πνευμονία. Θυμάμαι τη μητέρα μου, Ανθή να προσπαθεί να ρίξει τον πυρετό (40-42), τυλίγοντας το γυμνό σώμα μου με παγωμένα σεντόνια. Στη μάνα μου δεν οφείλω μόνο την ανάρρωσή μου, αλλά και το πρόγραμμα διατροφής και ύπνου. Δεν ήξερα πως ήταν η ζωή μετά τις 8 το βράδυ, έως τα 16 χρόνια μου και μετά τις 10, έως τα 22. Δεν ήξερα τι θα πει αλλαντικά, οινοπνευματώδη και καρυκεύματα, ενώ όταν πήγα φαντάρος στο Μεγάλο Πεύκο και παίρναμε διανυκτέρευση, οι άλλοι ξενυχτούσαν και εγώ νύσταζα από τις 12 τα μεσάνυχτα», αφηγείται ο Ματθαίου, ενώ αναφερόμενος στα προβλήματα προπόνησης στις δεκαετίες του '50 και του '60, έλεγε: «Τα ανοιχτά γήπεδα, το κρύο και οι βροχές δεν μας βοηθούσαν να κάνουμε προπονήσεις. Οι παίκτες δεν διέθεταν ώρες προπόνησης, λόγω καιρικών συνθηκών και κυρίως δεν είχαμε μπάλες. Οταν παίζαμε με ομάδες του 6ου αμερικάνικου στόλου, ρίχναμε επίτηδες την μπάλα έξω από την περίφραξη, στη θάλασσα και κάποιος με βάρκα τη μάζευε και την επόμενη ημέρα την έφερνε στην προπόνηση! Κάποια μέρα, ανακάλυψα τυχαία το κλειστό γυμναστήριο της Αμερικανικής Βάσης στο Ελληνικό. «Τρελάθηκα»! Παρακάλεσα να μας το παραχωρήσουν για τις προπονήσεις της Εθνικής ομάδας, ενώ κάναμε ατομικές προπονήσεις με τον Κολοκυθά, τον Γκούμα, τον Χαϊκάλη, τον Κατσαφάδο. Το πορτ μπαγκάζ ενός Ρενό Ντοφίν, ήταν η αποθήκη υλικού της Εθνικής. Ευχαριστιόμασταν τόσο πολύ που παίζαμε μπάσκετ σε κλειστό χώρο που οι Αμερικάνοι μας λυπόντουσαν και μας άφηναν περισσότερη ώρα...». Οι βασικοί άξονες της φιλοσοφίας του Η θεμελιώδης και εμπεριστατωμένη αρχή του Φαίδωνα Ματθαίου για το μπάσκετ, δεν άλλαξε ποτέ στα 60 χρόνια ενασχόλησής του με το άθλημα. Ποια ήταν; «Οι ομάδες δημιουργούνται με τη σκληρή και πειθαρχημένη προπόνηση. Πρέπει να είναι πιο δυνατή και από τον ίδιο τον αγώνα, όπως συμβαίνει και στα δοκιμαστικά της Φόρμουλα 1, στα οποία οι οδηγοί υπερβαίνουν τα όριά τους» υπογράμμιζε ο Ματθαίου και συμπλήρωνε μια φράση από τον αείμνηστο πρόεδρο της FIBA, Ρομπέρ Μπισνέλ «Riede faire, sans upeu d' amour». Τίποτε δεν γίνεται χωρίς λίγη αγάπη... Ο Ματθαίου ήταν μέλος της Εθνικής ομάδας μπάσκετ στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1949 και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952 και είχε 45 συμμετοχές, ενώ 35 φορές έπαιξε στην Εθνική Ενόπλων. Επαιξε σε 155 αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος με τον Αρη (1945-49, τον Παναθηναϊκό (1949-54), τον Πανιώνιο και τον Σπόρτιγκ. Στο ιταλικό πρωτάθλημα, αγωνίστηκε σε 52 αγώνες με τη φανέλα της Ινις Βαρέζε και της Μπενέλι Πέζαρο. Ηταν προπονητής της Μεικτής Ευρώπης σε τρεις αγώνες του 1969 και σε ισάριθμους το 1973, ενώ καθοδήγησε την Εθνική Ανδρών (180 αγώνες), την Εθνική Εφήβων (30 αγώνες) και σε επίπεδο συλλόγων, κάθισε 380 φορές σε πάγκους. Ηταν ο προπονητής της Εθνικής Γυναικών στον πρώτο επίσημο αγώνα της. Ιδρυσε τον σύλλογο προπονητών μπάσκετ, το 1971. Συνολικά, συμμετείχε σε 1.593 αγώνες μπάσκετ, ως παίκτης και προπονητής. πηγη:.kathimerini.gr |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου